Ο εντολέας μας είχε υποστεί κλοπή της επαγγελματικής του τσάντας εντός της οποίας βρισκόταν κάρτα ανάληψης χρημάτων από ΑΤΜ, με την οποία δινόταν η δυνατότητα υπερανάληψης, δηλαδή ανάληψης ποσού μεγαλύτερου του διαθέσιμου υπολοίπου του λογαριασμού. Μολονότι εντός της τσάντας δεν υπήρχε καταγεγραμμένος ο κωδικός της κάρτας (ΡΙΝ), εντούτοις εντός δέκα λεπτών από την κλοπή, πραγματοποιήθηκε από άγνωστο πρόσωπο υπερανάληψη ποσού 1.100 ευρώ από ΑΤΜ της Τράπεζας που είχε εκδόσει την κάρτα. Ο εντολέας μας ενημέρωσε την τράπεζα για την κλοπή αμέσως μόλις αντιλήφθηκε αυτή και ζήτησε την ακύρωση της κάρτας, πλην όμως ήδη κατά το χρόνο της ακύρωσης είχε πραγματοποιηθεί η υπέρανάληψη. Μετά ταύτα και δεδομένου ότι ο εντολέας μας θεώρησε ότι δεν ευθύνεται κατά κανένα τρόπο για την χρέωση του λογαριασμού του με το ποσό της υπερανάληψης, δεδομένου ότι δεν τηρούσε τον κωδικό στο ίδιο σημείο με την κάρτα, αρνήθηκε να καταβάλει το ποσό των 1.100 ευρώ προς εξόφληση της Τράπεζας, με αποτέλεσμα η τράπεζα να θεωρήσει αυτό ληξιπρόθεσμο και απαιτητό. Μάλιστα, κατά την περίοδο που είχε επικοινωνία με την τράπεζα προκειμένου να διερευνηθεί ο τρόπος που έγινε η ανάληψη και να επιλυθεί το θέμα, άρχισε να δέχεται συνεχείς τηλεφωνικές κλήσεις από υπαλλήλους εταιρείας τηλεφωνικής ενημέρωσης οφειλετών που συνεργαζόταν με την τράπεζα, οι οποίοι του ζητούσαν επίμονα να εξοφλήσει την οφειλή του. Μάλιστα, ενώ ο εντολέας μας τους δήλωσε ότι δεν αναγνωρίζει την οφειλή και τους προέτρεψε να ενημερώσουν την τράπεζα ότι έχει σκοπό να αμφισβητήσει αυτή δικαστικά, οι εκπρόσωποι της εταιρείας ενημέρωσης οφειλετών συνέχισαν τις τηλεφωνικές κλήσεις, ενώ επιπλέον κοινοποίησαν στοιχεία σχετικά με την οφειλή και σε συγγενικό πρόσωπο του εντολέα μας, το οποίο έτυχε να απαντήσει σε κάποια τηλεφωνική κλήση.
Το γραφείο μας άσκησε αγωγή σε βάρος της τράπεζας και της εταιρείας ενημέρωσης οφειλετών ζητώντας για λογαριασμό του εντολέα μας την χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την παράνομη συμπεριφορά των αντιδίκων. Το Δικαστήριο δέχθηκε ότι οι εκπρόσωποι της εταιρείας ενημέρωσης οφειλετών απευθύνονταν στον εντολέα μας κατά τρόπο επίμονο και πιεστικό, του ζητούσαν επιτακτικά να του αναφέρει προσωπικά του στοιχεία, όπως τον αριθμό του δελτίου αστυνομικής ταυτότητας ή τον αριθμό φορολογικού μητρώου και, όταν αρνιόταν, του μιλούσαν αγενώς. Επιπλέον, δέχθηκε ότι η εταιρεία ενημέρωσης οφειλετών αποκάλυψαν στοιχεία της διαφοράς σε άλλο πρόσωπο εκτός από τον εντολέα μας, ο οποίος έτυχε να απαντήσει στο τηλέφωνο και ότι εν γένει απευθύνονταν στον εντολέα μας κατά τρόπο υποτιμητικό και προσβλητικό και τον αντιμετώπιζαν ως αφερέγγυο, ανειλικρινή, ανυπόληπτο, δημιουργώντας σε αυτόν ψυχική αναστάτωση, θυμό και οργή.
Εξαιτίας των ανωτέρω το Δικαστήριο κατέληξε στην κρίση ότι ο εντολέας μας υπέστη ηθική βλάβη εξαιτίας της ανωτέρω συμπεριφοράς της εταιρείας ενημέρωσης οφειλετών, η οποία τελούσε σε γνώση της τράπεζας και είχε την έγκρισή της, για την χρηματική ικανοποίηση της οποίας επιδίκασε υπέρ του εντολέα μας και σε βάρος της τράπεζας και της εταιρείας ενημέρωσης οφειλετών το ποσό των 3.000 ευρώ.
Kommentare